ΜΙΣΘΟΔΟΣΙΑ ΙΔΙΩΤΙΚΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΣΧΟΛΕΙΩΝ

    Με την Κοινή Υπουργική Απόφαση ΔΙα/ΓΠ.οικ. 16838/2020 (ΦΕΚ 783/Β/10-3-2020) «Επιβολή του μέτρου της προσωρινής απαγόρευσης λειτουργίας των βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών, νηπιαγωγείων, σχολικών μονάδων, ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, κέντρων ξένων γλωσσών, φροντιστηρίων και πάσης φύσεως εκπαιδευτικών δομών, φορέων και ιδρυμάτων, δημοσίων και ιδιωτικών, κάθε τύπου και βαθμού της χώρας για το χρονικό διάστημα από 11.3.2020 έως και 24.3.2020» αποφασίστηκε η προσωρινή απαγόρευση λειτουργίας για προληπτικούς λόγους δημόσιας υγείας, για το χρονικό διάστημα από 11.3.2020 έως και 24.3.2020 : 1.Όλων των βρεφονηπιακών και παιδικών σταθμών, πλην των διοικητικών λειτουργιών και υπηρεσιών αυτών. 2. Όλων των σχολικών μονάδων, συμπεριλαμβανομένων των νηπιαγωγείων, ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, κέντρων ξένων γλωσσών, φροντιστηρίων και λοιπών πάσης φύσεως εκπαιδευτικών δομών, φορέων και ιδρυμάτων, δημοσίων και ιδιωτικών, κάθε τύπου και βαθμού της χώρας, ως εξής: α) των πάσης φύσεως εκπαιδευτικών λειτουργιών, οι οποίες πραγματοποιούνται με φυσική παρουσία, β) της λειτουργίας των βιβλιοθηκών, των αιθουσών κοινόχρηστων ηλεκτρονικών υπολογιστών, των αναγνωστηρίων, των εστιατορίων και κυλικείων, των αθλητικών εγκαταστάσεων και εν γένει κάθε χώρου συνάθροισης κοινού στις ανωτέρω δομές και γ) των τελετών, ημερίδων, συνεδρίων και πάσης φύσεως εκδηλώσεων και δραστηριοτήτων.

Ενόψει του κανόνα του άρθρου 380 Α.Κ. («Αν η παροχή του ενός από τους συμβαλλομένους είναι αδύνατη από γεγονός για το οποίο αυτός δεν έχει ευθύνη, απαλλάσσεται και ο άλλος συμβαλλόμενος από την αντιπαροχή….»), στις ιδιωτικού δικαίου εργασιακές σχέσεις, όταν υπάρχει ζήτημα ανώτερης βίας με βάση το οποίο ο εργοδότης εμποδίζεται για λόγους που δεν είναι υπεύθυνος, να αποδέχεται τις υπηρεσίες του μισθωτού, τότε ούτε ο εργαζόμενος υποχρεούται να παράσχει εργασία αλλά ούτε και ο εργοδότης να καταβάλλει το μισθό για το χρονικό διάστημα της απαγόρευσης. Αναστέλλονται επίσης και οι ασφαλιστικές υποχρεώσεις. Ισχύει όμως το ίδιο στις συμβάσεις εργασίας των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, δηλ. των εκπαιδευτικών που έχουν προσληφθεί νόμιμα σε ιδιωτικό σχολείο δυνάμει του Ν. 682/1977 και δεν παρέχουν τις υπηρεσίες τους (ούτε εξ αποστάσεως), ενόψει της απαγόρευσης λειτουργίας;

 

1.- Υπηρεσιακή και μισθολογική εξομοίωση δημοσίων και ιδιωτικών εκπαιδευτικών

Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 16 παρ. 8 του Συντάγματος «νόμος ορίζει τις προϋποθέσεις και τους όρους χορήγησης άδειας για την ίδρυση και λειτουργία εκπαιδευτηρίων που δεν ανήκουν στο Κράτος, τα σχετικά με την εποπτεία που ασκείται πάνω σε αυτά, καθώς και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους». Ο κοινός νομοθέτης με το Ν. 682/1977 «Περί Ιδιωτικών Σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων» αλλά και με μεταγενέστερες διατάξεις (όπως άρθρο 7 Ν. 817/1978, άρθρο 11 Ν. 1351/1983, Ν. 1566/1985 οι ρυθμίσεις του οποίου σύμφωνα με το άρθρο 62 παρ. 7 αυτού εφαρμόζονται ανάλογα στις ιδιωτικές σχολικές μονάδες της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και στο εκπαιδευτικό προσωπικός τους, άρθρο 13 Ν. 2986/2002, άρθρο 5 Ν. 3194/2003), παρενέβη τόσο στο πεδίο της οργάνωσης και της δομής της ιδιωτικής εκπαίδευσης, όσο και στο πεδίο των εργασιακών όρων και των εργασιακών σχέσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, καθορίζοντας κατά τρόπο αποκλειστικό και εξαντλητικό αυτούς. Από τα ανωτέρω συνάγεται σαφώς ότι βασική φιλοσοφία που διέπει τη σχετική με την ιδιωτική εκπαίδευση νομοθεσία είναι η πλήρης αντιστοίχηση των ιδιωτικών σχολείων γενικής εκπαίδευσης προς τα δημόσια σχολεία γενικής εκπαίδευσης, ενώ τα ιδιωτικά σχολεία τίθενται υπό την εποπτεία της κεντρικής διοίκησης του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων Πολιτισμού και Αθλητισμού και των Περιφερειακών Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (άρθρα 1 και 2 Ν.682/1977). Περαιτέρω με πλήθος ειδικών διατάξεων έχουν δημιουργηθεί όροι ισοδυναμίας του εργασιακού και υπηρεσιακού καθεστώτος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών με αυτό των εκπαιδευτικών των δημοσίων σχολείων και έχουν θεσπιστεί αυστηροί κανόνες εποπτείας και ελέγχου των εργασιακών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα (πρόσληψης, υπηρεσιακής εξέλιξης, λύσης). Οι εγγυητικές, από πλευράς ίδρυσης, λειτουργίας, περιεχομένου και λύσης των εργασιακών σχέσεων των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, νομοθετικές διατάξεις διαμορφώνουν για τις σχέσεις αυτές έναν χαρακτήρα που τις διαφοροποιεί με σαφήνεια από το κοινό πρότυπο της εργασιακής σχέσης που ρυθμίζεται από το εργατικό δίκαιο. Έτσι, μολονότι η σχέση που συνδέει τον ιδιωτικό εκπαιδευτικό με τον εργοδότη του θεωρείται σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου, ο νόμος παρεμβαίνει στην ίδρυση και στο χαρακτήρα της σχέσης αυτής, επιβάλλοντας α) την υποχρεωτική διετή διάρκειά της, με προκαθορισμένο σαφώς χρονικό σημείο έναρξης και λήξης αυτής, β) τη μη αυτοδίκαιη λύση με το πέρας της διάρκειας αλλά τη λύση αυτής μόνο με καταγγελία και καταβολή αποζημίωσης, γ) την εκ του νόμου ανανέωσή της μετά την πάροδο της πρώτης διετίας, δ) τη μετατροπή αυτής υποχρεωτικά από ορισμένου σε αορίστου χρόνου σύμβαση εργασίας μετά την πάροδο των προβλεπόμενων στο νόμο διαστημάτων υπηρεσίας (άρθρο 30 παρ. 2 και 3 Ν. 682/1977). Η προστασία της εργασιακής σχέσης των ιδιωτικών εκπαιδευτικών εκ μέρους της πολιτείας συνεχίζεται και μετά την απόλυσή τους, όπως άλλωστε προκύπτει από σειρά διατάξεων με τις οποίες είτε αναγνωριζόταν η δυνατότητα πρόσληψης στη δημόσια εκπαίδευση με προσωποπαγείς θέσεις (σε περίπτωση κατάργησης της ιδιωτικής εκπαιδευτικής μονάδας ή τάξης ή τμήματος στο οποίο απασχολούνται ή λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας με τη συμπλήρωση εξαετούς υπηρεσίας - άρθρο 13 παρ. 1 και 2 εδ. α’ Ν. 2986/2002), είτε αναγνωρίζεται η προϋπηρεσία στην ιδιωτική εκπαίδευση τόσο για τη μισθολογική όσο και την υπηρεσιακή εξέλιξη σε περίπτωση που ο εκπαιδευτικός μεταπηδά στη δημόσια εκπαίδευση (Ν. 1824/1988, Ν. 4310/2014 άρθρ. 97 παρ.2 κλπ.).

Κατ’ εξουσιοδότηση της συνταγματικής διάταξης του άρθρ. 16 παρ.8, εκδόθηκε το ΝΔ 3855/1958 "Περί τρόπου προσλήψεως και μισθοδοσίας του διδακτικού προσωπικού των Ιδιωτικών Εκπαιδευτηρίων", με τη διάταξη του άρθρου 3 του οποίου ορίστηκε ότι: "Αι αποδοχαί του διδακτικού προσωπικού των ιδιωτικών σχολείων παρακολουθούν τας αποδοχάς μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων (πολυετίας, ευδοκίμου παραμονής εν τω αυτώ βαθμώ, ακριβείας, ειδικού επιδόματος κλπ) ως και τας εκάστοτε αυξομειώσεις των εν ενεργεία ομοιοβάθμων των δημοσίων εκπαιδευτικών λειτουργών (παρ. 1). Το διδακτικόν προσωπικόν των Ιδιωτικών σχολείων έχει τας αυτάς υποχρεώσεις προς το σχολείον εις ο εργάζεται, τας οποίας έχει και το διδακτικόν προσωπικόν των δημοσίων σχολείων" (παρ. 2). Ακολούθως το άρθρο αυτό, κατά την παρ. 1 αντικαταστάθηκε με το άρθρο 36 Ν. 682/1977 "Περί Ιδιωτικών σχολείων Γενικής Εκπαιδεύσεως και Σχολικών Οικοτροφείων", με το οποίο, όπως η παρ. 1 αυτού αντικαταστάθηκε με το άρθρο 7 παρ. 1 του ν. 817/1978 ορίστηκε ότι: "Οι Ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί λαμβάνουν τουλάχιστον τας εκάστοτε αποδοχάς των ομοιοβάθμων των δημοσίων εκπαιδευτικών μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων, περιλαμβανομένου και του προσωρινού επιδόματος, το οποίο προβλέπεται υπό της παραγράφου 2 του άρθρου 6 του ν. 754/1978 "περί ρυθμίσεως των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων, πολιτικών και στρατιωτικών, των υπαλλήλων ΝΠΔΔ...(παρ. 1). Ούτοι δικαιούνται και της καταβαλλομένης εις τους δημοσίους εκπαιδευτικούς αποζημιώσεως δια την συνοδείαν μαθητών εις σχολικάς εκδρομάς...(παρ. 2). Αι αποδοχαί κατατίθενται υπό του ιδιοκτήτου του σχολείου...εις το πλησιέστερον υποκατάστημα Τραπέζης...Εξαίρεσις εκ των διατάξεων της παρούσης επιτρέπεται μόνον δι’ αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων (παρ. 3). Δια πάσαν άνευ αδείας και αδικαιολόγητον απουσία ιδιωτικού εκπαιδευτικού ενεργείται ανάλογος περικοπή των αποδοχών του, ως επί δημοσίων υπαλλήλων". Με το άρθρο 24 αυτού ορίζεται ότι το διδακτικό προσωπικό πρέπει να έχει, κατ’ αρχή τα απαιτούμενα για το διδακτικό προσωπικό των δημοσίων σχολείων προσόντα και με το άρθρο 28 θεσπίζεται "επετηρίδα ιδιωτικών εκπαιδευτικών" στην οποία εγγράφονται οι εκπαιδευτικοί που έχουν τα νόμιμα προσόντα και η οποία τηρείται στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας (παρ. 1). Κατά δε το άρθρο 34 ίδιου νόμου "Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί προάγονται ή λαμβάνουν τον μισθόν του ανωτέρου μισθολογικού κλιμακίου, αναλόγως προς τα προσόντα, το ευδόκιμον και τον χρόνον υπηρεσίας των εις τον αυτόν βαθμόν ή κλιμάκιον κατά τα ισχύοντα εκάστοτε δια την προαγωγήν των δημοσίων εκπαιδευτικών λειτουργών και κατόπιν αιτήσεώς των (παρ. 1). Εις τους ασκούντας καθήκοντα διευθυντών ιδιωτικών σχολείων, απονέμεται ο προβλεπόμενος δια τους Διευθυντάς αντιστοίχων δημοσίων σχολείων οργανικός βαθμός και καταβάλλονται αι αντίστοιχοι αποδοχαί", ενώ με το άρθρο 2 ίδιου νόμου τα ιδιωτικά σχολεία υπήχθησαν στην αρμοδιότητα του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων, που "ασκεί επ’ αυτών εποπτεία δια των περιφερειακών εποπτικών του οργάνων". Η έννοια των ιδιωτικών σχολείων καθορίσθηκε με το άρθρο 1 αυτού, κατά το οποίο ιδιωτικά σχολεία γενικής εκπαίδευσης, "είναι τα αντίστοιχα προς τα δημόσια σχολεία δημοτικής ή μέσης εκπαίδευσης, τα μη ανήκοντα στο Κράτος, αλλά ιδρυόμενα και συντηρούμενα από φυσικά ή νομικά πρόσωπα, μεταξύ δε αυτών είναι και τα αναγνωριζόμενα ως ισότιμα προς τα δημόσια (άρθρ. 2 παρ. 2), υπό την έννοια ότι οι παρεχόμενοι από αυτά τίτλοι σπουδών είναι ισότιμοι προς τους τίτλους των αντίστοιχων δημοσίων σχολείων".

Οσον αφορά τις αποδοχές των ιδιωτικών εκπαιδευτικών ρυθμίζονται από το προεκτεθέν άρθρο 36 του Ν. 682/1977, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με το άρθρο 7 παρ. 1 Ν. 817/1978, που καθορίζει ότι οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί λαμβάνουν τις αποδοχές των ομοιοβάθμων τους δημοσίων εκπαιδευτικών μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων και δεν αμείβονται ευθέως με τις διατάξεις των Ν. 2470/1997 και Ν. 3205/2003. Η μισθολογική αυτή εξομοίωση τονίζεται και στην εισηγητική έκθεση του ν. 817/1978 (βλ. τα αναφερόμενα για το άρθρο 7 του νόμου αυτού, με το οποίο αντικαταστάθηκε, κατά τα ανωτέρω, το άρθρο 36 παρ. 1 του ν. 682/1977). Οι αποδοχές των ιδιωτικών εκπαιδευτικών (όπως και η βαθμολογική και μισθολογική τους προαγωγή), κατά τα εκτεθέντα, εξομοιώνονται πλήρως με τις αποδοχές των δημοσίων εκπαιδευτικών, όπως αυτές κάθε φορά ισχύουν, χωρίς διάκριση της συνδέουσας αυτούς σχέσης (αορίστου ή ορισμένου), δεδομένου ότι σε κάθε περίπτωση οι αμοιβές των ιδιωτικών εκπαιδευτικών προσδιορίζονται από το ίδιο μισθολογικό πλαίσιο (ΑΠ 1495.1497,1498/2012, ΣτΕ 783/2013, 1230/2010, 255/2011, 2714/2009, Γνωμ. ΝΣΚ 214/2012). Με βάση τις ρηθείσες διατάξεις, (ως και ικανό αριθμό άλλων ειδικών διατάξεων, όπως άρθρ. 5 Ν. 3194/2003, 13 ν. 2986/2002, 3391/2005, δικαίωμα για εγγραφή στους πίνακες αναπληρωτών και ωρομίσθιων εκπαιδευτικών της παρ. 5 του άρθρου 6 του ν.3255/2004 κ. α.) έχουν δημιουργηθεί, στα πλαίσια εναρμόνισης της δημόσιας και ιδιωτικής εκπαίδευσης, όροι ισοδυναμίας του εργασιακού και υπηρεσιακού καθεστώτος των ιδιωτικών εκπαιδευτικών με αυτό των εκπαιδευτικών των δημοσίων σχολείων και έχουν θεσπισθεί κανόνες εποπτείας και ελέγχου των εργασιακών σχέσεων, του περιεχομένου και των όρων απασχόλησης των. Από τις ίδιες διατάξεις, προκύπτει η πλήρης μεταξύ των εξομοίωση (μισθολογική και βαθμολογική), η οποία άλλωστε προβλεπόταν και από το προϊσχύσαν νομοθετικό καθεστώς (άρθρ. 3 ΝΔ 3855/1958). Εκ των ανωτέρω προκύπτει ότι οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί ανέκαθεν εντάσσονταν στα εκάστοτε ισχύοντα για τους εκπαιδευτικούς της δημόσιας εκπαίδευσης μισθολογικά κλιμάκια και ελάμβαναν, αντίστοιχα και τα διάφορα επιδόματα, που δικαιούνταν οι τελευταίοι. Ρυθμιστικές των αποδοχών που δικαιούνται, είναι οι ρηθείσες διατάξεις των άρθρων 3 παρ. 1 ν. 3855/1958, 36 Ν. 682/1977, όπως η τελευταία ισχύει, μετά την αντικατάσταση της πρώτης παραγράφου από το άρθρο 7 παρ. 1 Ν. 817/1978. Η ρύθμιση που έγινε, κατ’ επιταγή των άνω συνταγματικών διατάξεων, με τις πρώτες διατάξεις (άρθρ. 3 ΝΔ 3855/1958) αποσκοπούσε στη μισθολογική και βαθμολογική εξομοίωση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών προς τους λειτουργούς της δημόσιας εκπαίδευσης, ως εξυπηρετούσας πληρέστερα της εργατικής νομοθεσίας τα οικονομικά και βαθμολογικά συμφέροντα των εκπαιδευτικών λειτουργών της ιδιωτικής εκπαίδευσης. Μ’ αυτές καθιερώθηκε ως προς τη μισθοδοσία των λειτουργών αυτών ιδιαίτερο μισθολογικό καθεστώς, διαφορετικό εκείνου που, κατά την εργατική νομοθεσία (νόμους - υπουργικές αποφάσεις- συλλογικές συμβάσεις και διαιτητικές αποφάσεις) διέπει τους λοιπούς, με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου απασχολουμένους μισθωτούς και ρυθμίζει τη μισθοδοσία τους σε όλο το εύρος της, δηλαδή περιλαμβάνει κάθε αξίωση αποδοχών, είτε με τη μορφή μισθού, είτε με τη μορφή επιδομάτων ή γενικά τακτικών ή εκτάκτων προσαυξήσεων των μισθών τους. Το καθεστώς αυτό επικυρώθηκε και με τις δεύτερες (άρθρ. 36 ν. 682/1977, όπως ισχύει μετά το άρθρο 7 παρ. 1 ν. 817/1978. Η διάταξη αυτή αποσκοπούσε στη μισθολογική και βαθμολογική εξομοίωση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών με τους εκπαιδευτικούς της δημόσιας εκπαίδευσης (AΠ 140/2016 NOMOS). Πρέπει να τονιστεί ότι το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, στην υπ’αριθμ. 266/2014 Γνωμοδότησή του που έχει ήδη γίνει δεκτή από τον Υπουργό Παιδείας, αναφέρει ότι «…η παράγραφος 8 του άρθρου 16 του Συντάγματος εντάσσει ρητώς στο ρυθμιστικό πεδίο της νομοθεσίας η οποία εκδίδεται κατ’επιταγήν της, τόσο τη λειτουργία των ιδιωτικών σχολείων όσο και την υπηρεσιακή κατάσταση του διδακτικού προσωπικού τους και την ασκούμενη σχετικώς εποπτεία. Κατά συνέπεια, σε σχέση με τα ζητήματα αυτά, δεν θα ήταν συνταγματικώς επιτρεπτό να μην διασφαλίζονται οι όροι οι οποίοι είναι αναγκαίοι και κατάλληλοι προς επίτευξη των στόχων αυτών, στο πλαίσιο της αποτελεσματικότητας εκπλήρωσης του σκοπού της παιδείας, ο οποίος….συνιστά συνταγματικώς κατοχυρωμένο σκοπό δημοσίου συμφέροντος….»

 

2.- Δημόσιοι και ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί και δικαίωμα στο μισθό

Το άρθρο 41 του Ν. 3528/2007 «Κύρωση του Κώδικα Κατάστασης Δημοσίων Πολιτικών Διοικητικών Υπαλλήλων και Υπαλλήλων Ν.Π.Δ.Δ., ορίζει τα εξής:

«Δικαίωμα - Αξίωση μισθού

 1. Ο υπάλληλος έχει δικαίωμα σε μισθό. Ο μισθός καθορίζεται σε μηνιαία βάση και έχει σκοπό την αξιοπρεπή διαβίωση του υπαλλήλου.

 2. Οι κάθε είδους πρόσθετες αποδοχές ή απολαβές των υπαλλήλων δεν μπορεί να είναι κατά μήνα ανώτερες από το σύνολο των αποδοχών της οργανικής τους θέσης.

 3. Η αξίωση του υπαλλήλου για το μισθό αρχίζει από την ανάληψη υπηρεσίας.

 4. Προκειμένου περί υπαλλήλου, ο οποίος επανέρχεται από την κατάσταση της διαθεσιμότητας ή της αργίας στα καθήκοντα του, η αξίωση για πλήρη μισθό αρχίζει από την επανάληψη των καθηκόντων του.

 5. Η αξίωση του υπαλλήλου για μισθό παύει με τη λύση της υπαλληλικής σχέσης. 6. Οι αποδοχές που παρέχονται μετά τη λύση της υπαλληλικής σχέσης αντί για σύνταξη, σύμφωνα με τη συνταξιοδοτική νομοθεσία, δεν επηρεάζονται από τις διατάξεις της παρ. 5 του παρόντος άρθρου».

Περαιτέρω, το άρθρο 43 του ίδιου Κώδικα, ορίζει τα εξής:

«Πότε δεν οφείλεται μισθός

 1. Δεν οφείλεται μισθός όταν ο υπάλληλος από υπαιτιότητα του δεν παρέσχε υπηρεσία καθόλου ή εν μέρει.

 2. Η περικοπή του μισθού στις περιπτώσεις της παρ. 1 ενεργείται με πράξη του αρμόδιου για την εκκαθάριση και πληρωμή των δαπανών οργάνου, το οποίο οφείλει να ειδοποιήσει ο προϊστάμενος της υπηρεσίας προσωπικού ή της υπηρεσίας στην οποία υπηρετεί ο υπάλληλος. Κατά της πράξης αυτής, η οποία κοινοποιείται με απόδειξη στον υπάλληλο, επιτρέπεται Προσφυγή στο υπηρεσιακό συμβούλιο μέσα σε δέκα (10) ημέρες από την κοινοποίηση. Η άσκηση της Προσφυγής δεν έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα. Το υπηρεσιακό συμβούλιο αποφαίνεται οριστικώς.

 3. Σε περίπτωση κινήσεως της διαδικασίας απολύσεως του υπαλλήλου λόγω ανίατης ασθένειας καταβάλλεται ο μισθός ενέργειας ή διαθεσιμότητας ως τη λύση της υπαλληλικής σχέσης, όχι όμως πέρα από έξι (6) μήνες από τη λήξη της αναρρωτικής άδειας ή της διαθεσιμότητας».

Τέλος, το άρθρο 36 Ν.682/1997 ορίζει τα εξής:

«1. Οι Ιδιωτικοί Εκπαιδευτικοί λαμβάνουν   τουλάχιστον   τας εκάστοτε αποδοχάς των ομοβάθμων των δημοσίων εκπαιδευτικών μετά των πάσης φύσεως επιδομάτων περιλαμβανομένου και του προσωρινού επιδόματος, το οποίον προβλέπεται υπό της παρ. 2 του άρθρου 6 του Ν. 754/1978 "περί ρυθμίσεως των αποδοχών   των   δημοσίων   υπαλλήλων, πτολιτικών και στρατιωτικών, των υπαλλήλων των Ν.Π.Δ.Δ. και άλλων τινών συναφών διατάξεων’’.

2. Ούτοι δικαιούνται και της καταβαλλομένης εις τους δημοσίους εκπαιδευτικούς αποζημιώσεως δια την συνοδείαν μαθητών εις σχολικάς εκδρομάς, θεωρούμενοι ως διατελούντες εν διατεταγμένη υπηρεσία.

3. Αι Αποδοχαί κατατίθενται υπό του ιδιοκτήτου του σχολείου την 25ην εκάστου μηνός εις το πλησιέστερον υποκατάστημα Τραπέζης εκ του οποίου και εισπράττονται υπό των δικαιούχων. Εξαίρεσις εκ των διατάξεων της παρούσης παραγράφου επιτρέπεται μόνον δι` αποφάσεως του Υπουργού Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων.

4. Δια πάσαν άνευ αδείας και αδικαιολογήτον απουσίαν ιδιωτικού εκπαιδευτικού ενεργείται ανάλογος περικοπή των αποδοχών του, ως επί δημοσίων υπαλλήλων δι` αποφάσεως του Διευθυντού του σχολείου κοινοποιουμένης και προς τον οικείον επιθεωρητήν…».

 

Από τα πιο πάνω συνάγεται το εξής συμπέρασμα:

Σε περίπτωση απαγόρευσης λειτουργίας του σχολείου όπου ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός παρέχει τις υπηρεσίες του, λόγω έκδοσης της σχετικής Υπουργικής Απόφασης σε εκτέλεση της από Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 25-2-2020 «Κατεπείγοντα μέτρα αποφυγής και περιορισμού της διάδοσης κορωνοϊού» (ΦΕΚ 42/Α/25-2-2020), ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΣΤΟ ΑΚΕΡΑΙΟ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΑΠΟΛΗΨΗΣ ΤΟΥ ΜΙΣΘΟΥ ΤΟΥ. Ενόψει της υπηρεσιακής και μισθολογικής εξομοίωσης των δύο κατηγοριών εκπαιδευτικών όπως ήδη προεκτέθηκε, αλλά και από το γεγονός ότι η μόνη περίπτωση περικοπής των αποδοχών του ιδιωτικού εκπαιδευτικού είναι ταυτόσημη με την περίπτωση που περιγράφεται στον Δημοσιοϋπαλληλικό Κώδικα, ήτοι η άνευ αδείας ή αδικαιολόγητη μη παροχή των υπηρεσιών του, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι ο ιδιωτικός εκπαιδευτικός, όπως και ο δημόσιος, όταν εμποδίζεται από οποιαδήποτε άλλη αιτία να παράσχει της υπηρεσίες του πλην αυτής που αφορά τον ίδιο, δικαιούται τις αποδοχές του. Θα ήταν άτοπο και θα κατέληγε σε μη εφαρμογή της συνταγματικής επιταγής της πλήρους εξομοίωσης των δύο κατηγοριών υπαλλήλων, να ισχυριστεί κανείς ότι υπάρχει διαφορετική μεταχείριση ως προς το δικαίωμα απόληψης του μισθού, σε περίπτωση ανώτερης βίας. Η εξομοίωση δε αυτή εξυπηρετούσε, πληρέστερα της εργατικής νομοθεσίας, τα οικονομικά, βαθμολογικά και υπηρεσιακά συμφέροντα των εκπαιδευτικών λειτουργών της ιδιωτικής εκπαίδευσης και είχε ως σκοπό την εξύψωση του κλάδου τους και την τόνωση του ζήλου τους προκειμένου να επιτελούν το έργο τους καλύτερα.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ:

Οι ιδιωτικοί εκπαιδευτικοί, διορισθέντες με τη διαδικασία του Ν. 682/1977, εξομοιούμενοι υπηρεσιακά και μισθολογικά με τους δημοσίους εκπαιδευτικούς, ακόμα και αν δεν παρέχουν εξ αποστάσεως υπηρεσίες, έχουν πλήρες δικαίωμα λήψης του μισθού τους, κατά το διάστημα της απαγόρευσης λειτουργίας των σχολείων