ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΝΕΑ ΜΕΤΡΑ



ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ – ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΚΑΙ ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΟΥΝ ΤΑ ΝΕΑ ΜΕΤΡΑ

Η αναστολή της σύμβασης εργασίας σημαίνει ότι ο μισθωτός δεν θα παρέχει για ορισμένο ή αόριστο χρονικό διάστημα την συμφωνημένη εργασία του, με ή χωρίς υπαιτιότητά του, ενώ η σύμβαση εξακολουθεί να ισχύει και να δεσμεύει τα μέρη. Η αναστολή της εργασιακής σχέσης δεν την καταλύει. Απλώς αναστέλλει την ενέργεια και τη λειτουργία της, με διατήρησή της όμως προς το σκοπό της συνέχισής της, όταν εκλείψει ο λόγος αναστολής. Η αναστολή αναφέρεται στις κύριες υποχρεώσεις των μερών από την εργασιακή σχέση. Δηλαδή στην υποχρέωση παροχής της συμφωνημένης εργασίας και σε εκείνη της καταβολής του συμφωνημένου ή του νόμιμου μισθού. Αντίθετα, οι λοιπές υποχρεώσεις των μερών (υποχρέωση πίστης, υποχρέωση πρόνοιας κλπ.) δεν επηρεάζονται (Βλαστού «Ατομικό Εργατικό Δίκαιο» σελ. 1493 επ.). Δηλαδή ο εργαζόμενος κατά το διάστημα της αναστολής της εργασιακής σχέσης, οφείλει να μη γνωστοποιεί εταιρικά έγγραφα ή διαδικασίες της της επιχείρησης τα οποία έχει λάβει γνώση ως εκ της θέσης του στην επιχείρηση, συνεχίζεται τυχόν εκκρεμής πειθαρχική διαδικασία σε βάρος του, ενώ φυσικά ΔΕΝ αναστέλλεται η υποχρέωση του εργοδότη τυχόν υγειονομικής κάλυψης των εργαζομένων του ή πληρωμής των ασφαλίστρων σε περίπτωση ισχυρού νοσηλευτικού ή συνταξιοδοτικού προγράμματος. Κατά τη διάρκεια της αναστολής, με την επιφύλαξη των όσων ανακοινώθηκαν σήμερα από τον Υπουργό Εργασίας, είναι εφικτή και νόμιμη η καταγγελία από οποιοδήποτε μέρος της σύμβασης εργασίας (με εξαίρεση βεβαίως την αναστολή λόγω κανονικής άδειας του εργαζομένου), ενώ δεν απαγορεύεται και δεν μετατίθεται η λήξη της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου. Οι συνηθέστερες περιπτώσεις αναστολής της σύμβασης εργασίας είναι: η άδεια άνευ αποδοχών, η λήψη κανονικής άδειας, η απουσία λόγω τοκετού και λοχείας, η στράτευση του εργαζομένου, η θέση του μισθωτού σε διαθεσιμότητα, η συμμετοχή σε νόμιμη απεργία, η επιβολή πειθαρχικής ποινής κλπ. Τέλος, ο χρόνος αναστολής υπολογίζεται ως χρόνος εργασίας για όλα τα δικαιώματα του εργαζομένου, που στηρίζονται στην απασχόλησή τους (όπως π.χ. για το δικαίωμα λήψης της κανονικής άδειας, για τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης κλπ.).

ΑΝΑΣΤΟΛΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑ ΜΕ ΜΟΝΟΜΕΡΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΕΡΓΟΔΟΤΗ

Σήμερα, 20-3-2020, ο Υπουργός Εργασίας ανακοίνωσε ότι θεσπίζεται κανονιστικά, σε συνέχεια της από 25-2-2020 Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου «Κατεπείγοντα μέτρα αποφυγής και περιορισμού της διάδοσης κορωνοϊού» (ΦΕΚ 42/Α/25-2-2020), η οποία προέβλεπε την έκδοση Υπουργικών Αποφάσεων στις οποίες θα συμπεριλαμβάνεται και ρύθμιση για «μερική ή πλήρη αναστολή εργασιακών υποχρεώσεων», το «προσωρινό, έκτακτο και αναγκαίο» μέτρο της «δυνατότητας υπαγωγής σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας», με τους εξής όρους και προϋποθέσεις, σύμφωνα με την πρώτη αποτίμηση των ανακοινώσεων:

 

1.- Έννοια

Θεσπίζεται η δυνατότητα των εργοδοτών, με μονομερή απόφασή τους για την οποία δεν απαιτείται ούτε αίτηση ούτε συναίνεση των εργαζομένων τους, να θέσουν μέρος ή το σύνολο του προσωπικού κατά το δοκούν, σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εργασίας, δηλ. αφενός αναστολής της υποχρέωσης παροχής της συμφωνημένης εργασίας εκ μέρους του εργαζόμενου και αφετέρου αναστολής της υποχρέωσης του εργοδότη στην καταβολή του συμφωνημένου ή του νόμιμου μισθού.

2.- Ποιοι εργοδότες δικαιούνται να κάνουν χρήση του έκτακτου μέτρου

Οι εργοδότες που πλήττονται και μειώνεται σημαντικά ο τζίρος τους, ως έμμεση και παράπλευρη ζημία λόγω της πανδημίας (π.χ. οι επιχειρήσεις που τροφοδοτούν καταστήματα που ήδη έχουν κλείσει με προγενέστερη απόφαση). Το Υπουργείο επέλεξε έναν αντικειμενικό τρόπο καθορισμού των εργοδοτών αυτών, μέσω των Κωδικών Αριθμών Δραστηριότητας που χρησιμοποιούν στη φορολογική αρχή. Πιθανόν όμως έτσι να προσβάλλεται η αρχή της ίσης μεταχείρισης επιχειρήσεων και εργαζομένων, αφού η «σημαντική μείωση του τζίρου» είναι γεγονός πραγματικό και όχι αντίστοιχο με την τυπική υπαγωγή του εργοδότη σε έναν ΚΑΔ. Για το λόγο αυτό η Κυβέρνηση οφείλει να επεκτείνει το μέτρο σε όσο το δυνατό περισσότερους ΚΑΔ, προκειμένου να τύχουν της σχετικής δυνατότητας και άλλοι εργοδότες και εργαζόμενοι, δοθέντος ότι οι επιχειρήσεις οι οποίες διατηρούν το τζίρο τους δεν θα κάνουν, εξ ανάγκης, χρήση του εν λόγω έκτακτου μέτρου.

3.- Διάρκεια του μέτρου

Το προσωρινό και έκτακτο αυτό μέτρο θα έχει διάρκεια ενός (1) μήνα, «με δυνατότητα παράτασης εφόσον δεν έχουν βελτιωθεί οι συνθήκες», όπως δήλωσε ο Υπουργός. Η έννοια της βελτίωσης των συνθηκών (υγειονομικών, οικονομικών;), είναι προφανώς θολή και αόριστη. Το μέτρο πρέπει να έχει απολύτως προσωρινό χαρακτήρα και κυρίως να μην συνδεθεί αποκλειστικά με τη μείωση του τζίρου (αφού αυτή μπορεί να κρατήσει για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα), αλλά να είναι αντίστοιχο με την εξάλειψη του κινδύνου από την πανδημία, στην υγεία του πληθυσμού, επομένως στη δυνατότητα επαναλειτουργίας της επιχείρησης.

4.- Απαγόρευση απολύσεων

Για το διάστημα ισχύος του μέτρου αυτού (του ενός μήνα ή/και της παράτασης), απαγορεύεται η καταγγελία της σύμβασης εργασίας «του συνόλου» του προσωπικού αλλιώς η απόλυση είναι άκυρη. Δηλ. με τα λεγόμενα του Υπουργού, δεν πρέπει να γίνει καμία απόλυση όχι μόνο του προσωπικού που τέθηκε μονομερώς σε αναστολή αλλά και αυτού που τυχόν δεν τέθηκε, προκειμένου έτσι να υπάρξει μια συνολική προστασία της επιχείρησης που επέλεξε την προσφυγή της στο μέτρο αυτό.

5.- Τι γίνεται με τις συμβάσεις ορισμένου χρόνου;

Σύμφωνα με το γενικό κανόνα της αναστολής της εργασιακής σχέσης, όπως προαναφέραμε και με δεδομένο ότι με το έκτακτο μέτρο απαγορεύονται οι απολύσεις, γεννάται το ερώτημα τι γίνεται με τις συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου που λήγουν εντός του χρονικού πλαισίου αυτού ή, περαιτέρω, αφορούν επιχειρήσεις που ήδη έχουν αναστείλει τη λειτουργία τους. Η άποψή μου είναι η εξής:

Α). Για την εφαρμογή του έκτακτου μέτρου της αναστολής, όπως ανακοινώθηκε σήμερα και ενόψει του ότι η υπαγωγή στο καθεστώς αναστολής ανήκει στην ευχέρεια του εργοδότη, αν ο τελευταίος δεν επιθυμεί τη διατήρηση της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου δεν θα υπαγάγει το μισθωτό του στο καθεστώς αυτό και η σύμβαση εργασίας θα λήξει κανονικά με το πέρας της συμβατικής διάρκειάς της. Αν όμως υπαγάγει τον εργαζόμενο στο καθεστώς, τότε η σύμβαση εργασίας αναστέλλεται υποχρεωτικά (λόγω της απαγόρευσης καταγγελίας), για όσο χρόνο διαρκεί το μέτρο και ολοκληρώνεται χρονικά μετά την άρση των μέτρων με την ισόχρονη παροχή της εργασίας εκ μέρους του μισθωτού.

Β). Για τις επιχειρήσεις που ήδη έχουν αναστείλει τη λειτουργία τους, δυνάμει κρατικής εντολής, οι συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου που λήγουν κατά το διάστημα της αναστολής των εργασιακών υποχρεώσεων λόγω της αναστολής λειτουργίας των επιχειρήσεων (π.χ. οδηγοί σχολικών λεωφορείων με σύμβαση ορισμένου χρόνου), η σύμβαση εργασίας λήγει κανονικά με τη λήψη του χρόνου διάρκειά της, ο δε εργοδότης δεν υπάγεται στην απαγόρευση απόλυσης που θεσπίστηκε με την προηγούμενη δέσμη μέτρων, αφού η λήξη της ορισμένου χρόνου σύμβασης δεν αποτελεί καταγγελία της.

 

6.- Υποχρέωση διατήρησης θέσεων εργασίας

Μετά την ισχύ του έκτακτου αυτού μέτρου, ο εργοδότης υποχρεούται να διατηρήσει τον «ίδιο αριθμό θέσεων εργασίας» για το ισόποσο χρονικό διάστημα, όπως ανέφερε ο Υπουργός. Αυτό σημαίνει ότι, μετά την λήξη της έκτακτης κατάσταση, δεν προστατεύεται ο εργαζόμενος ατομικά αλλά η θέση εργασίας. Μ’άλλα λόγια (εκτός αν υπάρξει διαφορετική αντιμετώπιση στην ΚΥΑ που θα εκδοθεί), ο εργοδότης θα μπορεί να απολύσει κάποιον εργαζόμενο (η διατύπωση «διατήρηση θέσεων εργασίας» χρησιμοποιήθηκε και στη δεύτερη δέσμη μέτρων για τη στήριξη επιχειρήσεων) αλλά θα υποχρεούται να καλύψει τη θέση εργασίας με κάποιον άλλο και όχι να την καταργήσει.

7.-Υποχρέωση εγγραφής στην ειδική ψηφιακή πλατφόρμα της ΕΡΓΑΝΗΣ

Μέχρι την 31-3-2020 ο εργαζόμενος οφείλει να εγγραφεί στην ειδική πλατφόρμα που θα δημιουργηθεί τις επόμενες ημέρες για να καταχωρήσει τα στοιχεία του (προσωπικά στοιχεία, ΙΒΑΝ, Υπεύθυνη Δήλωση ότι έχουν υπαχθεί με απόφαση του εργοδότη στην υποχρεωτική αναστολή εργασίας κλπ.), ο δε εργοδότης οφείλει να γνωστοποιήσει στην ίδια πλατφόρμα ποιους εργαζόμενους έχει υπαγάγει σε καθεστώς αναστολής και ταυτόχρονα να το γνωστοποιήσει και στους ίδιους. Αν τυχόν δεν κάνει τη σχετική δήλωση, αποκλείεται από τα ευνοϊκά μέτρα στήριξης που έχουν ανακοινωθεί (φορολογικές, ασφαλιστικές ρυθμίσεις κλπ.)

8.- Δικαίωμα καταβολής έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης

Οι εργαζόμενοι που θα υπαχθούν υποχρεωτικά σε καθεστώς αναστολής της σύμβασης εργασίας, θα δικαιούνται της έκτακτης οικονομικής ενίσχυσης των 800 €, με πλήρη ασφαλιστική κάλυψη από το κράτος, υπολογιζόμενη στον ονομαστικό τους μισθό και όχι στο καταβαλλόμενο αυτό ποσό. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της 18-3-2020, η ενίσχυση αυτή θα καταβληθεί εντός του πρώτου 15ημέρου του Απριλίου. Το ποσό αυτό είναι ακατάσχετο, αφορολόγητο και δεν συμψηφίζεται με οφειλές του εργαζόμενου στο Δημόσιο ή ΝΠΔΔ κλπ.

9.- Εξαιρέσεις;

Με το άρθρο δέκατο τρίτο παρ. 5 της Πράξης Νομοθετικού Περιεχομένου της 14-3-2020 «Κατεπείγοντα μέτρα αντιμετώπισης της ανάγκης περιορισμού της διασποράς του κορωνοϊού COVID-19» (ΦΕΚ 64/Α/14-3-2020), στο οποίο προβλέπεται ο ειδικός μηχανισμός στήριξης (των εργαζομένων των οποίων έχει ανασταλεί η λειτουργία με κρατική εντολή), αναφέρονται οι εξαιρέσεις από την καταβολή της οικονομικής ενίσχυσης, ως εξής:

«5.Από τον ανωτέρω ειδικό μηχανισμό στήριξης εξαιρούνται:

α) όσοι εργάζονται εξ αποστάσεως,

β) όσοι διατελούν σε πάσης φύσεως νόμιμη άδεια,

γ) όσοι εργάζονται ως προσωπικό ασφαλείας και

δ) οι εργαζόμενοι, των οποίων η σχέση εξαρτημένης εργασίας δεν αναστέλλεται λόγω της απαγόρευσης λειτουργίας των επιχειρήσεων».

Λόγω της διαφορετικής φύσης του μέτρου αυτού και ιδίως από το ότι αυτό επιβάλλεται με πρωτοβουλία του εργοδότη και όχι με κρατική εντολή, η άποψή μου είναι δεν νοούνται εξαιρέσεις από τη στιγμή που ο εργοδότης υπαγάγει τον εργαζόμενο στο μέτρο αυτό. Για μεν τους εργαζόμενους που εργάζονται κανονικά ή εξ αποστάσεως ή ως προσωπικό ασφαλείας, ο μισθός θα δίνεται κανονικά, επομένως η εργασιακή σχέση συνεχίζεται αναλλοίωτη, για δε αυτούς που τελούν σε νόμιμη άδεια (κανονική, ειδικού σκοπού κλπ.), τότε ο εργοδότης θα μπορεί να υπαγάγει και το προσωπικό αυτό σε καθεστώς αναστολής, μόνον όταν λήξει η άδεια αυτή ή αν οι ίδιοι οι μισθωτοί παραιτηθούν οικειοθελώς του σχετικού δικαιώματος για το χρόνο από τώρα και εφεξής. Οίκοθεν νοείται ότι για το χρόνο της άδειας μέχρι την υπαγωγή στο έκτακτο καθεστώς, θα οφείλονται οι αποδοχές κανονικά είτε από τον εργοδότη, είτε από το κράτος (στην περίπτωση της άδειας ειδικού σκοπού.